Σαν αλαργεύουν από με
γεμάτοι τρόμο οι γάτοι
θαρρώντας που απαντήθηκαν με φοβερό διαβάτη
ας ήταν, Θε μου, δυνατό να βγούνε απ’ την απάτη.
θαρρώντας που απαντήθηκαν με φοβερό διαβάτη
ας ήταν, Θε μου, δυνατό να βγούνε απ’ την απάτη.
O ίσκιος που τρέχει να χαθεί παράμερα του δρόμου
μέσ’ στα βαθειά μεσάνυχτα που πάω στο φτωχικό μου
να τόξερε τι ανάξιος οπούμαι τέτοιου τρόμου!
Mε των προγόνων τους θα ζουν τα θολωμένα φρένα
να τόξερε τι ανάξιος οπούμαι τέτοιου τρόμου!
Mε των προγόνων τους θα ζουν τα θολωμένα φρένα
και τρέμουνε τον άνθρωπο τα ζώα τ’ αγαπημένα
ίσως κι εγώ, σκληρό παιδί, να τάχα αδικημένα.
ίσως κι εγώ, σκληρό παιδί, να τάχα αδικημένα.
Mα τώρα πούχω μέσα μου
ελέους κι αγάπης βρύση
πολλών ψυχών τα κρίματα μπορούσε να τα σβήσει
στης γάτας το γουναρικό το χάδι μου αν γλυστρήσει.
πολλών ψυχών τα κρίματα μπορούσε να τα σβήσει
στης γάτας το γουναρικό το χάδι μου αν γλυστρήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου